Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018


Τρία σύντομα σχόλια για την επί θύραις Ουκρανική Αυτοκεφαλία




                                                                 Ι 
Στην περίπτωση της Ουκρανίας συγκρούονται δύο εκκλησιολογίες με σαφείς οικουμενικές συνεπαγωγές. Η μία βλέπει στο σχίσμα όχι μόνο το σκάνδαλο, παρά πρωτίστως την ασθένεια, κινείται δε ρεαλιστικά προς τη θεραπεία της. Πολύ περισσότερο, αναγνωρίζει εκκλησιακότητα στις δομές εκείνες που παραμένουν αποσχισμένες από την κανονική Ορθοδοξία. Και, συμφώνως προς τη θεολογία των Πατέρων, όχι μόνο τους σχισματικούς, ακόμη και τους μη καθ᾽ όλα Ορθόδοξους, δεν τους εκλαμβάνει ως αβάπτιστους. Η άλλη εκκλησιολογία σκέφτεται πολωτικά, μανιχαϊστικά, δαιμονοποιητικά. Θέλει να υποτάξει και να ταπεινώσει, περιφρονώντας την πραγματικότητα. Απαξιοί αντιχριστιανικά τα απολωλότα πρόβατα, δεν θέλει να τα φέρει πίσω παρά δια της τρομοκρατίας. Δεν τα αναγνωρίζει ως μέλη του Σώματος. Αν όμως αυτό συμβαίνει για ομάδες ομοπίστων, οι οποίοι έχουν αποσχιστεί για λόγους κανονικούς, δεν χρειάζεται πολύ να καταλάβει κανείς τί πιστεύει η εκκλησιολογία αυτή για τους ετεροδόξους. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι οι πιο φανατικοί εκφραστές αυτής της σκέψης εντοπίζονται σε ομάδες και εκκλησιακές δομές που επί δεκαετίες ήσαν σχισματικές και απαξιωμένες από την παγκόσμια Ορθοδοξία. Φωνάζουν αυτοί που έχουν τις περισσότερες εκκρεμότητες. Το ότι αυτή η εκκλησιολογία, η οποία αντιμετωπίζει τον σχισματικό ως μη χριστιανό, ως σέκτα, είναι ανεδαφική, προκύπτει από την ίδια την ιστορία. Αυτοί που αρνούνται την εκκλησιακότητα των σχισματικών, πρώτοι πρώτοι τους δεξιώνονται χωρίς κανένα αναβαπτισμό, όποτε αποκαθίστανται η επικοινωνία και η κοινωνία. Ας σκεφτεί κανείς τα παραδείγματα της Εκκλησίας της Βουλγαρίας ή της Ρωσικής Εκκλησίας της Υπερορίου Δικαιοδοσίας και ας βγάλει τα συμπεράσματά του για την έλλειψη σοβαρότητας που διακρίνει αυτούς που σήμερα μιλούν για τα σχίσματα και τους σχισματικούς. Η εκκλησιολογία είναι φιλάνθρωπη. Όταν είναι απάνθρωπη, δεν είναι εκκλησιολογία.



II

Η έγνοια για την ενότητα δεν σημαίνει επευλόγηση της παράλυσης ούτε επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ανοικονόμητα ως άλλοθι της αποτελμάτωσης. Αν η Εκκλησία αποτελεί πραγματικότητα δυναμική, Σώμα δηλαδή και όχι πτώμα, δεν μπορεί παρά να βιώνει την αλήθεια της προχωρώντας και δημιουργώντας. Κάποιοι θέλουν τον ορθόδοξο κόσμο σαν ένα βάλτο, όπου δεν πρέπει να κινείται τίποτε μόνο και μόνο για να μη θιγούν οι «ευαισθησίες» ομάδων και εκκλησιαστικών μορφωμάτων ακραία συντηρητικών. Πόσες φορές ακούει κανείς πως δεν πρέπει να αγγίξουμε τίποτε για να μη συγχυστεί η α´ ή η β´ τοπική Εκκλησία ή η κάθε τυχάρπαστη σφηκοφωλιά κάποιου ψευτογέροντα, η οποία θέλει να επιβάλλει τη θέση της φωνασκώντας και απειλώντας; Πόσο θα κωφεύει ακόμη η Ορθοδοξία στα κελεύσματα και στον πόνο του σύγχρονου ανθρώπου, για να μην ταράσσεται η μακαριότητα φονταμενταλιστών ή ποικιλοτρόπως ιδιοτελών; Ναι, η ετερογνωμία είναι σεβαστή. Ναι, ο διάλογος είναι αναγκαίος και απαιτεί υποχωρήσεις. Ενίοτε όμως οφείλει κανείς, μακροπρόθεσμα κοιτώντας, να επιλέγει τον επώδυνο, όσο και λυτρωτικό δρόμο της τόλμης, ιδιαιτέρως δε στην Εκκλησία. Ο διάλογος έχει νόημα όταν υπάρχει προοπτική απτών αποτελεσμάτων και όχι μόνο για να βγάζουμε φωτογραφίες συναντώμενοι σε όμορφα τοπία. Κάθε εγχείρηση πονάει, τα στεκάμενα όμως νερά τρέφουν καρκινώματα.



III

Απολύτως αναμενόμενη, όσο και ανοικονόμητη, η σημερινή απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ρωσίας αποτελεί έκφραση τυπική ανθρώπων που βρίσκονται από επιλογή στη λάθος πλευρά της ιστορίας. Είχαν περισσότερα από 25 χρόνια στη διάθεσή τους για να αντιμετωπίσουν ρεαλιστικά, ποιμαντικά και φιλάνθρωπα το ουκρανικό ζήτημα. Επέλεξαν την οδό του σχίσματος και της ταύτισης με την πολιτική εξουσία μίας χώρας που σήμερα εχθρεύεται την Ουκρανία. Ζητούν πανορθόδοξη συνάντηση με καθυστέρηση δεκαετιών, όταν οι ίδιοι αρνήθηκαν προ διετίας να συμμετάσχουν στην κατ᾽ εξοχήν συνάντηση της Πανορθοδοξίας. Ενώ δεν έχει σχεδόν ξεκινήσει η αποστολή των πατριαρχικών Εξάρχων, προχωρούν στην αποχώρηση από τις πανορθόδοξες δομές. Διακόπτουν το μνημόσυνο του Οικουμενικού Πατριάρχη, όχι όμως ακόμη και την ευχαριστιακή κοινωνία με τους κληρικούς της Εκκλησίας που τον μνημονεύει (δηλ. της Εκκλησίας που αναγνωρίζει ότι ο Κωνσταντινουπόλεως εγγυάται την αυθεντικότητα της ευχαριστίας της). Επιχειρώντας επίδειξη δύναμης, ουσιαστικά καταδικάζουν εαυτούς στον απομονωτισμό, το κατ᾽ εξοχήν τεκμήριο της αδυναμίας. Αναρωτιέμαι πόσο περισσότερα θα πετύχαιναν οι ιεράρχες της Ρωσίας και μαζί με αυτούς η Ορθοδοξία όλη, αν έδειχναν τον προβλεπόμενο και ανέξοδο σεβασμό προς την Εκκλησία που τους γνώρισε τον χριστιανισμό και τους χορήγησε την Αυτοκεφαλία. Αν, αντί για τη λογική του επί δεκαετίες πολέμου, επέλεγαν τη συνετή οδό της συναίνεσης, τότε θα είχαν μια πολύ μεγαλύτερη και υγιέστερη δύναμη μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία και θα προσέφεραν στον χριστιανισμό ουσιαστικότερα μη χάνοντας απολύτως τίποτε. Ελπίζω, όντας στη λάθος πλευρά της ιστορίας, να αρχίσουν να κοιτάζουν προς την ορθή της πλευρά.

Πρώτη δημοσίευση: http://www.nyxthimeron.com/2018/09/blog-post_82.html 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου